greco » tedesco

I . υπολογιστής (υπολογίστρια) [ipɔlɔjisˈtis, ipɔlɔˈjistria] SUBST m/f (f)

υπολογιστής (υπολογίστρια)

υπολογιστικ|ός <-ή, -ό> [ipɔlɔjistiˈkɔs] AGG

υπολογισιμότητα [ipɔlɔjisiˈmɔtita] SUBST f

υπολογίσιμ|ος <-η, -ο> [ipɔlɔˈjisimɔs] AGG

1. υπολογίσιμος (που υπολογίζεται):

2. υπολογίσιμος fig (σημαντικός):

υποχονδρία [ipɔxɔnˈðria], υποχοντρία [ipɔxɔnˈdria] SUBST f

1. υποχονδρία MED:

2. υποχονδρία (σκυθρωπότητα):

Vuoi aggiungere una parola, una frase o una traduzione?

Inserisci una nuova voce.

Pagina in Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский