greco » tedesco

Traduzioni di „αναγόρευση“ nel dizionario greco » tedesco (Vai a tedesco » greco)

αναγόρευσ|η <-εις> [anaˈɣɔrɛfsi] SUBST f (απονομή τίτλου)

αναγόρευση
η αναγόρευση του κ. Χ σε διευθυντή της
αναγόρευση σε διδάκτορα

Esempi per αναγόρευση

αναγόρευση σε διδάκτορα
η αναγόρευση του κ. Χ σε διευθυντή της

Vuoi aggiungere una parola, una frase o una traduzione?

Inserisci una nuova voce.

Pagina in Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский