greco » tedesco

ισημερινός [isimɛriˈnɔs] SUBST m

ισημερινός
γαλαξιακός ισημερινός
γεωμαγνητικός ισημερινός
ουράνιος ισημερινός
θερμικός ισημερινός
μαγνητικός ισημερινός

Ισημερινός [isimɛriˈnɔs] SUBST m GEOG

Esempi per ισημερινός

γαλαξιακός ισημερινός
γεωμαγνητικός ισημερινός
ουράνιος ισημερινός
θερμικός ισημερινός
μαγνητικός ισημερινός

Vuoi aggiungere una parola, una frase o una traduzione?

Inserisci una nuova voce.

Pagina in Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский