greco » tedesco

ανθρωποκτονία [anθrɔpɔktɔˈnia] SUBST f DIR

ανθρωποκτονία
ανθρωποκτονία εκ προθέσεως
ανθρωποκτονία εξ αμελείας

ανθρωποκτονία SUBST

Contributo di un utente
ανθρωποκτονία εν βρασμώ ψυχικής ορμής f

Esempi per ανθρωποκτονία

ανθρωποκτονία εκ προθέσεως
ανθρωποκτονία εξ αμελείας
λόγω ηθικής αυτουργίας για ανθρωποκτονία DIR

Vuoi aggiungere una parola, una frase o una traduzione?

Inserisci una nuova voce.

Pagina in Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский