greco » tedesco

Traduzioni di „σκαλίζω“ nel dizionario greco » tedesco (Vai a tedesco » greco)

I . σκαλί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [skaˈlizɔ] VERB vb trans

1. σκαλίζω (το χώμα του κήπου):

σκαλίζω

3. σκαλίζω:

σκαλίζω τη μύτη μου

4. σκαλίζω (τη φωτιά):

σκαλίζω

5. σκαλίζω fig (ιστορίες περασμένες):

σκαλίζω

II . σκαλί|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [skaˈlizɔ] VERB vb intr

1. σκαλίζω (στο χώμα, στον κήπο):

σκαλίζω

2. σκαλίζω (σε συρτάρι):

σκαλίζω

Vuoi aggiungere una parola, una frase o una traduzione?

Inserisci una nuova voce.

Pagina in Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский